Επιστροφή
Αναζήτηση 
Πέμπτη 28 Μάρ 2024
χορωδείον
Μενού
Είσοδος Χρήστη
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ

Ο δικτυακός τόπος του Αβδού: Μερικές οδηγίες προς ναυτιλομένους...

Ο Αϊ Γιώργης στις Μελανιές

 
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ arrow ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΒΔΟΥ arrow Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΝΤΑΦΩΤΗ ΣΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1905
Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΝΤΑΦΩΤΗ ΣΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1905 Εκτύπωση E-mail
Γράφει ο/η Κ. Φυσαράκης   
28.04.05
Ή ομιλία του Κ. Φυσαράκη στις 7/8/1999 στο Αβδού με θέμα τη δράση του Ιωάννη Νταφώτη στο Μακεδονικό Αγώνα του 1905 ...Όπως έμειναν στην ιστορία, ο προδομένος Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, οι προδομένοι Ηρακλειώτες οπλαρχηγοί Κόρακας, Σφακιανάκης, Ζωγράφος στη κατάληψη του Οροπεδίου Λασηθίου στις 21-5-1867 κ.α. Έτσι και ο Ιωάννης Ν Νταφώτης, αυτός, ο Αβγιώτης ιδιώτης, και εθελοντής οπλαρχηγός, που πήγε και πολέμησε στα ξένα χώματα με τα γενναία παλικάρια του, θα μείνει στην ιστορία...

ΑΒΔΟΥ 7-8-1999. ΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

«Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΝΤΑΦΩΤΗ ΣΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1905»

Θα ήθελα προκαταβολικά να ευχαριστήσω τους συντελεστές της αποψινής εκδήλωσης για το Γιάννη Νταφώτη. Τη δραστήρια Πρόεδρο του Πολιτιστικού Συλλόγου και τα υπόλοιπα μέλη ΔΣ, τον κο Πρόεδρο του χωριού με το Συμβούλιο του, τον Δήμο Χερσοννήσου με το Δημοτικό Συμβούλιο...

Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους αυτούς, που μου εμπιστεύθηκαν και μου έδωσαν πληροφορίες, φωτογραφίες και άλλο ιστορικό υλικό, γύρω από το σημερινό μας θέμα.

Από τους ιστορικούς και φιλολόγους, παρακαλώ να με συγχωρέσουν για τυχόν λάθη και παραλείψεις.


Το Μακεδονικό Σώμα του Ιωάννη Νταφώτη, πριν την αναχώρηση από τη Βουλιαγμένη τον Απρίλιο του 1905.

Όταν πριν τα περασμένα Χριστούγεννα ανακάλυψα στην ξύλινη κασέλα της μάνας μου, κάποια «παλιόχαρτα», που φυλάχτηκαν από γενιά σε γενιά και βγήκαν στο φως ξαφνικά εκείνο το χειμωνιάτικο βράδυ, ήταν σαν να ανακάλυπτα ξαφνικά τους προγόνους μου και την πατρίδα μου το Αβδού, τη Λαγκάδα, το Ηράκλειο.

Τότε διαβάζοντας αυτά τα συμβόλαια ήταν σα να ξετύλιγα το κουβάρι της καταγωγής μου, από τους Ασημίνηδες, Γουβιανούς, Κασσώτηδες, Μαράζηδες, Καλλέργηδες, Καγιαμπήδες, Εργίνηδες, κ.ά. μέχρι τότε άγνωστους, που όμως η άκρη του νήματος πιστοποιεί την αδελφική συγγένεια και κοινή τους καταγωγή.

Ο Εμμ. Ασημίνης που είδε το σπίτι του να καίγεται στην καταστροφή του Αβδού το 1841 δανείστηκε από τον Χ/Κουκούλα [1].

Ο Γεώργιος Εμμ. Ασημίνης σκοτώθηκε στη μάχη μεταξύ Αβδού – Κασταμονίτσας στις 13 Οκτώβρη του 18661, ο 100ντούτης γέρο-Φυσάρος τυφλός κάηκε το Μάη του 1867 από τους Τούρκους στο σπίτι του, λίγο πριν εισβάλλουν στο Οροπέδιο [2].

Από καταθέσεις συγγενικών μου προσώπων και συγχωριανών, πληροφορούμαι ότι στα 1896-97 τα αδέλφια Φυσαροδαυής και Φυσαροζαχάρης συνεργάστηκαν και συμπολέμησαν με τους άλλους πατριώτες, στην Επισκοπή, τη Βάθεια, τις Αρχάνες και πλάι στους Νταφώτηδες Γιάννη-Αντώνη-Γιώργο και Νίκο, τον Χ/Κοκόλη Τουτουντζάκη, τους Γεώργιο-Νίκο Γουβιανάκη, τους Γεώργιο-Ιωάννη Πινακουλάκη, τον Τρυφίτσο και τον Αρτεμομιχάλη Βελιγραντάκη, τους Τυλιανάκηδες, τον Νικ. Καργιωτάκη, τον Ζαχ. Καγιαμπάκη, τον Ζαχ. Σμυρνάκη, τον Κων. Τζανακάκη, τον Ματθ. Ζαχαριάδη, τον Νικ. Φουντουλάκη, τον Νικηφ. Καρκανάκη, τον Νίκο Πασχαλίδη, τον Απόστολο Τσαπάκη, τον Γεώργ. Καπετανάκη, τον Μπρισιμιτζάκη, τον Ε. Λεβέντη, τον Ι. Μπιτσαράκη, τον Ηλία Βουτιερίδη και άλλος επώνυμους και ανώνυμους αγωνιστές.

Ο Φυσαροζαχάρης μετά από συνεργασία στην απαγωγή νεάνιδος από το Αβδού, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Αποδρά όμως με τον Γεώργιο Πινακουλάκη ή Γεράκα και βοηθούμενος από το γνωστό φιλόπατρη και γενναίο δικηγόρο Γεώργιο Κοκκινάκη φυγαδεύονται στην Αθήνα με άλλα ονόματα.

Εκεί εργάζονται στις πιο σκληρές εργασίες και σε ένα πηγάδι ο Ζαχάρης χάνει το χέρι του. Στην Αθήνα συναντιέται με το Γιάννη Νταφώτη και συμμετέχει πρόθυμα στην εκπαίδευση και στη ριψοκίνδυνη αποστολή στη Χαλκιδική [3].

Οι πληροφορίες αυτές κέντρισαν το ενδιαφέρον μου και με ώθησαν στην αναζήτηση και άλλων στοιχείων σχετικών με τη δράση συγγενικών μου προσώπων και συντοπιτών.

Διαβάζοντας τις Ιστορίες Κρήτης και Μακεδονίας έμαθα πολλά ενδιαφέροντα για τα αιματοβαμένα χώματα των προγόνων μου, και απόψε επιτρέψτε μου να αναφερθώ στη δράση του ηρωϊκού Νταφώτη στη Μακεδονία.

Η Μακεδονία από τα πανάρχαια χρόνια υπήρξε Ελληνική. Κοινή γλώσσα και θρησκεία. Ηταν χώρα του Αμύντα, του Φιλίππου, του Μ.Αλεξάνδρου αλλά και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Και όλα αυτά τότε που οι σημερινοί Βούλγαροι, Αλβανοί, Σέρβοι δεν υπήρχαν καν σαν Έθνη στο χώρο αυτό [4].

Η Τουρκική της κατάκτηση ολοκληρώνεται το 15ο αιώνα μαζί με το Βυζάντιο και έχει σαν αποτέλεσμα μεγάλες αλλαγές στο Βαλκανικό πληθυσμό. Οι Χριστιανοί διώκονται και οθωμανικά φύλλα εγκαθίστανται στη Κεντρική κυρίως Μακεδονία. Όπως και στην άλλη Ελλάδα μέρος του πληθυσμού, που δεν αντέχει τη σκληρότητα, την εξαθλίωση και ταπείνωση, ασπάζεται την ισλαμική πίστη και αργότερα με την απελευθέρωση της Μακεδονίας το 1912 και τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922 εγκαθίστανται στη Τουρκία [5].

Χωρίς σύνορα μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία παρατηρούνται έντονες πληθυσμιακές μετακινήσεις.

«Τούρκοι έρχονται και εγκαθίστανται σε διάφορα μέρη της Μακεδονίας, Ελληνες της Θεσσαλίας, Μακεδονίας και Ηπείρου, μετακινούνται ειρηνικά προς βορρά, προς τη Σερβία, Αυστρία, Ουγγαρία, Βουλγαρία και Ρουμανία, σχηματίζοντας μέσα στις πόλεις τους, ελληνικές παροικίες, κωμοπόλεις, χωριά ή ενισχύοντας παμπάλαιους πληθυσμιακούς πυρήνες … Νότιοι Σλάβοι και κυρίως Βούλγαροι κατεβαίνοντας προς νότο για αναζήτηση εργασίας ανανεώνουν παλαιά κατάλοιπα των σλαβικών αποικισμών του Μεσαίωνα σε ορισμένα σημεία της Μακεδονίας ή κάνουν και αυτοί νέες εγκαταστάσεις» [6].

Το κυρίαρχο πρόβλημα των λαών της ευρύτερης Μακεδονίας μέχρι το 19ο αιώνα ήταν η τουρκική κατάκτηση και καταπίεση.

Το 1878 μετά τον επιτυχή για τους Ρώσους Ρωσοτουρκικό πόλεμο υπογράφονται α) η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και β) του Βερολίνου, με τις οποίες η Τουρκία χάνει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρωπαϊκής Τουρκίας. Δημιουργούνται σαν ανεξάρτητα κράτη, η Σερβία, το Μαυροβούνιο και η Ρουμανία, ενώ ιδρύεται από τη Ρωσία η Μεγάλη Βουλγαρία, φόρου υποτελής στο Σουλτάνο με ευρύτατα σύνορα εις βάρος των Ελληνικών συμφερόντων. Η Κύπρος παραχωρείται στην Αγγλία με αντάλλαγμα τη προστασία της Τουρκίας από τους Ρώσους [7].

Από το 1870 δημιουργείται ανεξάρτητη Βουλγαρική εκκλησία η γνωστή Εξαρχία σε αντιπερισπασμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αμέσως μετά η Βουλγαρική Εξαρχία αρχίζει ολομέτωπο αγώνα για το προσηλυτισμό όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους όχι μόνο σλαβόφωνου αλλά και ελληνόφωνου πληθυσμού. Η επιχείρηση αυτή στέφθηκε με επιτυχία.

Η εκκλησιαστική ενσωμάτωση ήταν προοίμιο εδαφικής προσάρτησης, αφού οι κάτοικοι ταυτίζονταν με την θρησκεία πλιότερο, παρά με τα άλλα εθνικά χαρακτηριστικά [8].

Τότε ουσιαστικά αρχίζει ο Ελληνοβουλγαρικός ανταγωνισμός για επικράτηση στη Μακεδονία.

Παρά τις ενέργειες του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τον αφορισμό της Βουλγαρικής εξαρχίας και τις αποστολές δυναμικών και φωτισμένων ιεραρχών στο δοκιμαζόμενο ελληνισμό [9], οι Βούλγαροι με τους ένοπλους κομιτατζήδες ξολόθρευαν με κάθε τρόπο σημαίνοντες Ελληνες ιερείς, δασκάλους, λογίους κ.ά.

Οι τουρκικές αρχές αν και παρίσταναν τις ενοχλημένες για τη διατάραξη της τάξης, στην ουσία έτριβαν τα χέρια τους από ευχαρίστηση για την αλληλοεξόντωση των δυο πλευρών και ιδίως της Ελληνικής που ήταν και ισχυρότερη. Γι αυτό καταδίωκαν περισσότερο τους Ελληνες.

Η ελληνική κυβέρνηση παρά την καθολική επιθυμία των Ελλήνων πολιτών, μετά τον ατυχή για την Ελλάδα Ελληνο τουρκικό πόλεμο του 1897 και την οικονομική και στρατιωτική εξαθλίωση, δεν ήθελε να εμπλακεί στη Μακεδονία με αποστολές ενόπλων σωμάτων. Αυτό εξάλλου της υπεδείκνυαν και οι Ελληνες πρόξενοι στη Μακεδονία με τις αναφορές τους.

Υπήρχε απαισιοδοξία στα πολιτικά και στρατιωτικά πράγματα, καθώς κυριαρχούσε ο φανατισμός και το κομματικό συμφέρον. Η μια κυβέρνηση διαδέχονταν την άλλη και υπήρχε πλήρης ανυπαρξία εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, καθώς επίσης και ανυποληψία του έθνους διεθνώς.

Επικρατούσε η αντίληψη ότι οι Τούρκοι έπρεπε να υποβοηθηθούν στη καταδίωξη των κομιτατζήδων και την επαναφορά της έννομης τάξης.

Εκείνα τα χρόνια και συγκεκριμένα το 1903 ο καπετάν Νταφώτης βρισκόταν στην Αίγυπτο. Οι ομογενείς της Αιγύπτου αφού συγκέντρωσαν με έρανο 100 χιλ φράγκα, ανέθεσαν στο Νταφώτη να συγκροτήσει ένοπλο σώμα για τη Μακεδονία με την έγκριση πρώτα της ελλην. Κυβέρνησης. Ο Νταφώτης τότε έρχεται στη Αθήνα και επισκέπτεται το τότε πρωθυπουργό Θόδωρο Δελληγιάννη για έγκριση της αποστολής του. Για τους παραπάνω, όμως, λόγους ο πρωθυπουργός έδωσε αρνητική απάντηση [10].

Με το πέρασμα, όμως, του χρόνου οι βιαιοπραγίες των Βουλγάρων όλο και πλήθαιναν με αποτέλεσμα αφενός η κοινή γνώμη να δυσαρεστείται και αφετέρου τα πρώτα ανεπίσημα εκστρατευτικά σώματα να καταφθάνουν στη Μακεδονία. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία τα σώματα αυτά απαρτίζονταν από Κρήτες εθελοντές, που ξεκίνησαν τον Απρίλιο του 1903, και ερχόμενοι σε επαφή με τους ντόπιους Μακεδόνες συνέλεξαν πολύτιμες πληροφορίες κρίσιμης σημασίας για τους επερχόμενους αγώνες. Στις 21 του Ιούνη 1903 φτάνουν τα πρώτα ένοπλα σώματα Κρητών μετά από πρόσκληση του δεσπότη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη που αναπτέρωσαν το ηθικό και εθνικό φρόνημα των Ελλήνων περιστέλλοντας τις θηριωδίες των κομητατζήδων. Οι μάχες συνεχίστηκαν και το 1904 με αποκορύφωμα τον ηρωϊκό θάνατο του Μακεδονομάχου αρχηγού Παύλου Μελά στις 13 του Οκτώβρη, που συγκίνησε το Πανελλήνιο.
 
Ερχόμαστε στο 1905. Έχει πια ωριμάσει η άποψη της αποστολής ενόπλων σωμάτων από την κυβέρνηση της εποχής, και αφού από το 1904 είχε κι όλας ιδρυθεί το Μακεδονικό Κομιτάτο, που είχε σαν σκοπό την άμυνα του Ελληνισμού στη Βόρεια Ελλάδα και την επαναφορά των αποσχισθέντων στη Βουλγαρική Εξαρχία Ελλήνων.

Με πρωτοβουλία του Κομιτάτου και της κυβέρνησης συγκροτείται στη Βουλιαγμένη Αττικής το πρώτο ένοπλο σώμα που προορίζεται για τη Μακεδονία [11]. Αρχηγός του σώματος ορίζεται ο Αβγιώτης οπλαρχηγός Ιωάννης Νταφώτης. Το σώμα αφού εκπαιδεύεται επί δίμηνο στη σκοποβολή την πεζοπορία,την αναρρίχηση και τον κλεφτοπόλεμο, αναχωρεί με πλοία στις αρχές του Απρίλη του 1905 και μετά από 15θήμερο αποβιβάζεται στο Στρυμωνικό Κόλπο στην περιοχή Κερδυλλίων ή Κρούσσοβο των Σερρών.

Σκοπός του σώματος Νταφώτη ήταν να μεταβεί στη Νιγρίτα Σερρών, όπου θα εγκαθιστούσε ένοπλο σώμα και θα διένειμε πολεμοφόδια στους ανθρώπους της υπαίθρου, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους Βούλγαρους. Υπήρχε η αντίληψη από την επίσημη στρατιωτική διοίκηση, ότι δεν θα έπρεπε να ανταλλάξουν πυρά με τους Τούρκους, γιατί νόμιζαν ότι είχαν την ανοχή τους στην εξόντωση των Βουλγάρων. Όμως από την αρχή αυτή η προσπάθεια του σώματος υπονομεύθηκε.

Οι ντόπιοι οδηγοί, που σύμφωνα με την κυβέρνηση και τον Πρόξενο της Ελλάδας στη Θεσσ/κη, θα περίμεναν το σώμα με την άφιξή του στον προορισμό του, δε φάνηκαν [12]. Τότε ο Νταφώτης αναγκάστηκε και μετά από πείνα 3 ημερών σε άγονα και άγνωστα μέρη για κείνον, να βρεί άλλους. Ήταν καρβουνιάρηδες (παραγωγοί κάρβουνου), με 70 περίπου φορτηγά ζώα, που εξαναγκάστηκαν να μεταφέρουν επί πληρωμή όλο τον εξοπλισμό του σώματος. Παρ όλο που δήλωσαν ότι ήταν Έλληνες και μίλαγαν άπταιστα τη γλώσσα, στην πραγματικότητα οι περισσότεροι ήταν Βούλγαροι.

Αφού το σώμα οδηγήθηκε βορειοδυτικά κοντά στα Στεφανινά, χωριό των Σερρών, κάποιοι από τους οδηγούς το πρόδωσαν στη τουρκική διοίκηση. Όταν το σώμα λημέριασε στο ύψωμα «Τρείς Κάμποι» του όρους των Κερδυλλίων, δέχτηκε επίθεση από ισχυρό τουρκικό ιππικό στις 25 Απριλίου, που κατέφθασε εν τω μεταξύ. Στην αρχή σύμφωνα με την οδηγία της τότε κυβέρνησης οι άνδρες και με τη συγκατάθεση του αρχηγού Νταφώτη δεν πυροβολούσαν παρά προσπάθησαν με φορτωμένα τα ζώα πολεμοφόδια να απομακρυνθούν νοτιώτερα. Εξαναγκάστηκαν όμως να δώσουν σκληρή μάχη, προκειμένου να σώσουν τα εφόδια αλλά και τον ίδιο τους τον εαυτό. Στη μάχη που ακολούθησε λόγω της γενναιότητας του Νταφώτη, σκοτώθηκαν 6 από τους άνδρες του σώματος και κατάφερε όχι μόνο να σώσει το μεταφερόμενο υλικό αλλά και να αναγκάσει τους Τούρκους σε υποχώρηση με απώλειες 70 περίπου ανδρών.

Την επομένη το πρωί το σώμα οπισθοχώρησε προς Νότο και περνώντας ανάμεσα από τη λίμνη Βόλβη και το χωριό Ρεντίνα έφθασε στο βουνό Σούγλιανη της Χαλκιδικής, όπου και λημέριασε. Στο λημέρι αυτό επισκέφθηκαν το Νταφώτη προύχοντες από τα γύρω χωριά και σε συνεννόηση μ αυτούς μοίρασε τα ντουφέκια και τα πυρομαχικά που κουβαλούσε μαζί του στους κατοίκους της περιοχής.

Κατόπιν μέσω του χωριού Λιβάδι έφτασε και διανυκτέρευσε στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας. Το μοναστήρι βρίσκεται βόρεια του χωριού Γαλαρινού και ανάμεσα στα κεφαλοχώρια Βασιλικών και Γαλάτιστας. Όμως και κεί το σώμα ξαναπροδόθηκε. Ο μεγάλος όγκος του (85 άνδρες μείον 6 από την πρώτη μάχη και τα φορτωμένα ζώα) χωρίς καθόλου ευελιξία, δεν ήταν δυνατό να περάσει απαρατήρητος. Οι Βούλγαροι του Λειβαδίου αυτή τη φορά πρόδωσαν το Νταφώτη στα τουρκικά αποσπάσματα, που τον καταδίωκαν από φόβο για τη δύναμη, τον εξοπλισμό και τη τέλεια οργάνωσή του.

Ο υπολοχαγός Κάκκαβος, που στάλθηκε από τον Πρόξενο Κορομηλά, συναντάει στις 2 Μαίου 1905 το Νταφώτη στο λημέρι του, ΒΑ της Ι.Μ.Α.Α κάτω από το παρεκκλήσι του Αγίου Θεωνά και του διαβιβάζει διαταγή να κινηθεί το σώμα το ταχύτερο προς βορρά [13]. Η κίνηση αυτή δεν πρόλαβε να γίνει αφού με την αποχώρηση Κάκκαβου αμέσως το σώμα περικυκλώθηκε από ισχυρό τουρκικό στρατό ιππικό και πεζικό δύναμης περίπου 3000 ανδρών [14]. Εκείνη την ημέρα σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων του χωριού Γαλαρινού απέναντι από το μοναστήρι, γίνεται πανηγύρι προς τιμή του Αγίου Αθανασίου. Δεν είχε καλά καλά αρχίσει το γλέντι όταν οι κάτοικοι του χωριού άκουσαν τους πρώτους πυροβολισμούς, που ήταν η αιτία της διάλυσής του[15].

Τότε ο Αβγιώτης οπλαρχηγός μοίρασε τα παλληκάρια του σε 2 ομάδες για να είναι ευέλικτα. Τη μια ομάδα διέταξε να προχωρήσει μέσα στη ρεματιά ανατολικά του Αγίου Θεωνά και η άλλη ομάδα στην οποία ήταν επικεφαλής πήρε θέσεις απέναντι από τον επερχόμενο τουρκικό στρατό. Τότε άρχισε η λυσσαλέα μάχη. Οι συγκρούσεις και των δύο ομάδων με τους Τούρκους ήταν σφοδρές.

Η ομάδα της ρεματιάς προχωρώντας στην έξοδό της, βρέθηκε αντιμέτωπη και απέκρουσε το επερχόμενο τουρκικό ιππικό. Αμέσως όμως υποχώρησε, ανεβαίνοντας τη ρεματιά προκειμένου να ενωθεί με την ομάδα του αρχηγού.

Εν τω μεταξύ η πάνω ομάδα, παρά το ότι οι Τούρκοι πλησίαζαν, προκαλούσε τρομερές απώλειες και σωρεία τουρκικών πτωμάτων κάλυψαν τις πλαγιές του βουνού. Πολυάριθμοι, όμως, τουρκικές εφεδρείες ρίχνονταν συνεχώς στη μάχη. Ο Νταφώτης όρθιος και μπροστά από την ομάδα του διεύθυνε τη μάχη πολεμώντας και δίνοντας διαταγές δεξιά και αριστερά και υπέροχος κυριαρχούσε πάντων Ελλήνων και Τούρκων. Όταν πλέον η απόσταση Ελλήνων και Τούρκων εμίκρυνε στο ελάχιστο, διέταξε ο ένδοξος Νταφώτης τη χρήση βομβών.

Στο ένα πλευρό του αρχηγού πολεμούσε ο γενναίος ανιψιός του Νικόλαος Γ. Νταφώτης και στο άλλο πλευρό ο έμπιστος από το τάγμα επιλέκτων Κρητών, μονόχειρας συγχωριανός του Ζαχαρίας Εμμ. Φυσαράκης. Το μονόχειρα χρησιμοποίησε σαν βομβιστή της ομάδας του. Έριχνε εύστοχα τις βόμβες που του υπόδειχνε κατά του εχθρού, ώστε του προκαλούσε όλεθρο και καταστροφή.

Όταν η ομάδα της ρεματιάς πλησίαζε τον αρχηγό της, περικυκλώθηκε από εχθρούς μη επιτρέποντας της να ενωθεί, με κίνδυνο την ολοκληρωτική καταστροφή τους. Τότε ο αρχηγός βλέποντας τον επερχόμενο κίνδυνο και για τις 2 ομάδες, άφησε τους τούρκους να συγκεντρωθούν όσο πιο κοντά γινόταν.

Αμέσως μετά διέταξε το μονόχειρα συγχωριανό του να ρίξει τη μεγάλη 5 οκάδων βόμβα. Ο Σταμ. Ράπτης αναφέρει αυτολεξί:

«Ο κρότος γεννηθείς κατά την έκρηξιν ήτο φοβερός. Απεκόπησαν ογκώδεις βράχοι εκ του σεισμού και κατεκλίσθησαν πολυάριθμα πτώματα διαμελισμένα. Εφρικίασεν ολόκληρος η φύση ολόγυρα και τα δένδρα συνεκλονίσθησαν, ως δια να εκριζωθούν. Οι Τούρκοι υποχώρησαν μετά την πανωλεθρία αυτήν».

Βρήκε τότε ευκαιρία η ομάδα της ρεματιάς να ενωθεί με αυτή του αρχηγού. Η μάχη όμως είχε κρατήσει ώρες πολλές και είχε αρχίσει να νυκτώνει. Τα όπλα από την πολύωρη χρήση έκαιγαν. Τα παλικάρια του Νταφώτη δεν μπορούσαν άλλο να τα κρατήσουν. Η κούραση ήταν μεγάλη. Οι Τούρκοι όλο και περισσότεροι. Στο ένα πλευρό του ήρωα Νταφώτη έπεφτε ήδη νεκρός ο μονόχειρας βομβιστής και στο άλλο ο ανηψιός του.

Δεν υπήρχε όμως διέξοδος σωτηρίας αφ ενός λόγω της φεγγαρόλουστης βραδιάς και αφετέρου λόγω του στενού κλοιού από τις συνεχείς επερχόμενες Τουρκικές εφεδρείες.

Ξαφνικά, και ενώ είχε προχωρήσει η νύχτα, για καλή τους τύχη, σαν θείο δώρο, συννέφιασε ο ουρανός, και έκρυψε το φεγγάρι σαν μοναδική ελπίδα σωτηρίας. Ο ακούραστος Νταφώτης, ενθαρρύνοντας τα εξαντλημένα παλικάρια του, διέταξε αντεπίθεση προκειμένου να σπάσει τον τριπλό κλοιό του εχθρού. Έχασε κι άλλα παλικάρια τότε, κατάφερε όμως να γλιτώσει το σώμα του από τη βέβαιη καταστροφή.

Στη μάχη της Αγίας Αναστασίας, ο Νταφώτης έχασε 10 παλικάρια [16], ενώ οι τούρκοι γύρω στους 200 [17]. Εξι μέρες φυλάγονταν η περιοχή από Τούρκους στρατιώτες και συλλέγονταν τα πτώματα. Οι Τούρκοι αξιωματικοί παρέδωσαν στους μοναχούς του μοναστηριού τα πτώματα των Ελλήνων παλικαριών όπου και ετάφησαν. Τα οστά τοποθετήθηκαν σε οστεοφυλάκιο στην είσοδο του μοναστηριού [18].

Έτσι με την πρωτόγνωρη δοκιμαστική εμπειρία ένοπλου σώματος στη περιοχή, τη προδοσία που έγινε, την από φόβο απροθυμία του ντόπιου Ελληνικού πληθυσμού, την ασυνεννοησία, την έλλειψη οργάνωσης και τα λάθη των στρατιωτικών η προσπάθεια του Νταφώτη στη Μακεδονία δεν ολοκληρώθηκε. Η συγκρότηση, η εκπαίδευση, και η αυτοθυσία των εθελοντών κυρίως Κρητών αυτού του σώματος ήταν μεγίστη και θα μείνει στην ιστορία. Ήταν λαμπρό παράδειγμα για τις επόμενες προσπάθειες στη περιοχή, που έγιναν αμέσως μετά το Νταφώτη από στρατιωτικούς πια Έλληνες.

Όπως έμειναν στην ιστορία, ο προδομένος Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, οι προδομένοι Ηρακλειώτες οπλαρχηγοί Κόρακας, Σφακιανάκης, Ζωγράφος στη κατάληψη του Οροπεδίου Λασηθίου στις 21-5-1867 κ.α. Έτσι και ο Ιωάννης Ν Νταφώτης, αυτός, ο Αβγιώτης ιδιώτης, και εθελοντής οπλαρχηγός, που πήγε και πολέμησε στα ξένα χώματα με τα γενναία παλικάρια του, θα μείνει στην ιστορία.

Ο Κρητικός Μακεδονομάχος οπλαρχηγός Παύλος Γύπαρης εξυμνεί τον ήρωα Νταφώτη, στο Βιβλίο του, «Οι πρωτοπόροι του Μακεδονικού Αγώνος 1903-1909» με τους πιο κάτω στίχους:

«Νταφώτη μου ατρόμητε, πέταξε πό τον ¶δη
Και βάλε κάθε Βούλγαρο κομιτατζή σημάδι.
Γιατί ανέβ' η δόξα σου, όλα τα σκαλοπάτια,
Και κατοικεί χαρούμενη εις τα ψηλά τα κάστρα.
Στα όρη της Χαλκιδικής, πούναι συννεφιασμένα,
Έχεις με αίμα εχθρικό, τόξα ζωγραφισμένα...»

Ο Παύλος Τσάμης στο βιβλίο του «Μακεδονικός Αγών» καταλήγει:
«Στο γενναίο Ιωάννη Νταφώτη αξίζει κάθε τιμή».

Κων/νος Γ. Φυσαράκης.
Στατιστικός ΠΕΠΑΓΝΗ

1] Οι πληροφορίες μου δόθηκαν από τη μητέρα μου Αριστέα Γ. Φυσαράκη, πού τις πήρε από τη νονά της Καλλιόπη Γ. Σφακιανάκη.
2] Σταυρινίδης Νικ: "Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΡΑΚΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΜΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ ΤΟΥ» Β Τόμος.
3] Οι πληροφορίες μου δόθηκαν από το παπού μου Κ.Δ.Φυσαράκη, τη θεία μου Ελπινίκη Δ. Φυσαράκη και τους συγχωριανούς μου Δημήτριο Μ. Καγιαμπάκη, Ευτυχία Κ. Πινακουλάκη.
4] Γιάννη Χρηστάκη-Γεωργίου Πατεράκη:  «Η ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ»
5] ΥΠ. ΕΘΝ. ΠΑΙΔ. & ΘΡΗΣΚ:  «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ» ΟΕΔΒ
6] Βακαλόπουλος:  «Ιστορία της Μακεδονίας» σελίδα 7
7] ΓΕΣ-ΔΙΣ: «Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΣ ΘΡΑΚΗΝ ΓΕΓΟΝΟΤΑ» 1979 σελ 37-41
8] Γιάννη Χρηστάκη-Γεωργίου Πατεράκη:  «Η ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ»
9] Γιάννη Χρηστάκη-Γεωργίου Πατεράκη:  «Η ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ»
10] Σ. Ράπτη: «Μακεδονικός Αγών» ά.έ. σελ 1516-1561.
11] ΓΕΣ-ΔΙΣ:  «Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΣ ΘΡΑΚΗΝ ΓΕΓΟΝΟΤΑ» 1979 σελ 165-173
12] Παύλου Τσάμη:  «Μακεδονικός Αγών» σελ 271-283 και Σ. Ράπτη υπ αρ. 10
13] Δημητρίου Κάκκαβου:  «Απομνημονεύματα (Μακεδονικός Αγών)» 1972
14] Ανεστόπουλου:  «Ο Μακεδονικός Αγών 1903-1908» Τόμος Β.
15] Αθανασίου Γούλια:  «Γαλαρινός-Χαλκιδικής» 1991
16] «Αττική Ίρις» περιοδικό 1-7-1905.
17] Ανεστόπουλου: «Ο Μακεδονικός Αγών 1903-1908» Τόμος Β.
18] Φωτογραφία Κων/νου Ν. Φυσαράκη.

Τελευταία ανανέωση ( 11.05.05 )
 
'Αλλες κατηγορίες
©2001 - 2004, mes-AVDOU, All Rights Reserved.
WebSite Created and Hosted by metrovista.creative.media, Heraklion.